ευκολόβραστος

From LSJ

Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → Sile, melius vel loquere silentio → Was besser ist als Schweigen, sage oder schweig

Menander, Monostichoi, 208

Greek Monolingual

-η, -ο
(για τρόφιμα) αυτός που βράζει εύκολα, ο καλόβραστος.