εἰσκαθίζω

From LSJ

Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund

Menander, Monostichoi, 558

Greek (Liddell-Scott)

εἰσκαθίζω: βάλλω νὰ καθίσῃ, Ἰω. Χρυσ. τ. 5. σ. 570.

Spanish (DGE)

hacer sentar ἕτερόν τινα τῶν ὁμοδούλων μεθ' ἑαυτοῦ εἰσκαθίσας Chrys.M.49.410.