κατάπιομα

From LSJ

Oἱ δὲ Ἀθηναῖοι ἦσαν ἐν μεγάλῳ κινδύνῳ... (adaptation of Herodotus 6.105) → The Athenians were in great danger...

Source

Greek Monolingual

και κατάπιωμα, το
κατάποση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < (θα / να) καταπιώ, υποτακτ. αορ. του καταπίνω.