Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt
(I)μοναξά, ἡ (Μ)βλ. μοναξιά. (II)μοναξά (Μ)επίρρ. βλ. μοναξός.