ουρανόπαις

From LSJ

διὰ χαρίτων γίγνεσθαί τινι → be pleasing to one

Source

Greek Monolingual

οὐρανόπαις, -παιδος ὁ, ἡ (Α)
το παιδί του Ουρανού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουρανο- + παῖς.