τερατοειδής
From LSJ
Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht
Greek Monolingual
-ές, Ν
όμοιος με τέρας, αυτός που εμφανίζει χαρακτηριστικά τέρατος («τερατοειδής όγκος»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέρας, -ατος + -ειδής].