τσιμπούκι

From LSJ

πατρὶς γάρ ἐστι πᾶσ' ἵν' ἂν πράττῃ τις εὖ → homeland is where life is good | homeland is where it is good | ubi bene, ibi patria

Source

Greek Monolingual

το, Ν
1. είδος πίπας
2. ναυτ. επιστήλιο
3. μτφ. πεολειξία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. cubuk].