υβριστικώς

From LSJ

παιδείαν δὲ πᾶσαν, μακάριε, φεῦγε τἀκάτιον ἀράμενοςflee all education, raising up the top sail

Source

Greek Monolingual

ὑβριστικῶς ΝΜΑ, και υβριστικά Ν
βλ. υβριστικός.