φαρμακολύτρια
From LSJ
Τῆς ἐπιμελείας πάντα δοῦλα γίγνεται → Sunt cuncta ubique famula diligentiae → In der Sorgfalt Sklavendienst tritt alles ein
Greek Monolingual
η, ΝΜ, και φαρμακολύτρα Ν
(ως προσωνυμία της Αγίας Αναστασίας) αυτή που θεραπεύει τις πληγές και τους πόνους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακον + λύω + επίθημα -τρια/-τρα].