χαμηλῶς

From LSJ

Βίον καλὸν ζῇς, ἂν γυναῖκα μὴ τρέφῃς → Uxorem si non duxis, vives commodeGut ist dein Leben, wenn du keine Frau ernährst

Menander, Monostichoi, 78

Greek (Liddell-Scott)

χαμηλῶς: χαμηλά, σιγά, χαμηλῶς ἐλάλει (ἔπαιζεν ὄργανον), Ἀκρ. ἔπ., ἔκδ. Μηλιαράκη στ. 1843.