раскол
From LSJ
Ὁ σοφὸς ἐν αὑτῷ περιφέρει τὴν οὐσίαν → Qui sapit, is in se cuncta circumfert sua → Der Weise trägt, was er besitzt, in sich herum
Russian > Greek
τομή, διαμερισμός, διατομή, διχοφροσύνη, διχοστασία, διχοστασίη, σχίσμα
Ὁ σοφὸς ἐν αὑτῷ περιφέρει τὴν οὐσίαν → Qui sapit, is in se cuncta circumfert sua → Der Weise trägt, was er besitzt, in sich herum
τομή, διαμερισμός, διατομή, διχοφροσύνη, διχοστασία, διχοστασίη, σχίσμα