εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming
ἀργῠροδέκτης: -ου, ὁ, ὁ δεχόμενος ἄργυρον ἢ χρήματα, Γρηγ. Ναζ. τ. 2. σ. 255.
-ουque recibe dinero, vendido de Judas Chr.Pat.140.