αρματαγωγό

Revision as of 06:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (6)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

το
πολεμικό πλοίο, ειδικά κατασκευασμένο ώστε να μεταφέρει στο κύτος του και να αποβιβάζει από την πλώρη του άρματα μάχης.