θυρξεύς

Revision as of 07:18, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (17)

English (LSJ)

έως, ὁ, title of Apollo in Achaea, Paus.7.21.13.

Greek Monolingual

θυρξεύς, ὁ (Α) θύρσος
προσωνυμία του Απόλλωνος στην Αχαΐα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αγνωστης ετυμολ. Εικάζεται κάποια σχέση με το θύρσος.