μετατάρσιο

Revision as of 07:38, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (25)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

το
ανατ. το μέρος του ποδιού που βρίσκεται μεταξύ τών δακτύλων και του ταρσού και αποτελείται από πέντε μικρά οστά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. μετατάρσιος].