εως, ἡ,
A = περιοδεία, Suid.
[Seite 584] ἡ, = περιοδεία, Sp.
περιόδευσις: -εως, ἡ, = περιοδεία, Σουΐδ.
-εύσεως, ἡ, Μ περιοδεύω η περιοδεία.