φωσφαίνιο

Revision as of 12:55, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (45)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

το, Ν
ιατρ. φωτεινό αίσθημα, οφειλόμενο σε έλξη που ασκείται στον αμφιβληστροειδή χιτώνα του οφθαλμού, αυτόματη ή προκλητή, που αποτελεί προειδοποιητικό σημείο αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phosphene < φως + φαίνω.