ἀποπροσποιέομαι
English (LSJ)
Med.,
A reject, τὸ προβληθέν Ath.9.402a, Eust. 769.14; dissemble, ἑκοντὶ ἀποπροσποιησάμενος τὰ λεχθέντα πρὸς αὐτοῦ εἰδέναι Men.Prot.p.44D., cf.p.125D.
Med.,
A reject, τὸ προβληθέν Ath.9.402a, Eust. 769.14; dissemble, ἑκοντὶ ἀποπροσποιησάμενος τὰ λεχθέντα πρὸς αὐτοῦ εἰδέναι Men.Prot.p.44D., cf.p.125D.