παγείς: μετοχ. τοῦ παθ. ἀορ. β΄ τοῦ πήγνυμι.
εῖσα, έν;part. ao.2 Pass. de πήγνυμι.
πᾰγείς: -εῖσα, -έν, μτχ. Παθ. αορ. βʹ του πήγνυμι.
παγείς ptc. aor. pass. van πήγνυμι.