πεντηκόντερος

Revision as of 12:56, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3b)

English (LSJ)

(sc. ναῦς), ἡ,

   A ship with fifty oars, Pi.P. 4.245, IG12.23, Hdt.1.152, al., Th.1.14 ; πεντηκόντ-ορος is v.l. in Pi. l. c., Hdt. 6.138, Th. l. c., and is found in E.IT 1124 (lyr.), Marm.Par. 15.

German (Pape)

[Seite 558] ἡ, = πεντηκόντορος, Her. 3, 124 u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

πεντηκόντερος: ἴδε πεντηκόντορος.

French (Bailly abrégé)

ion. c. πεντηκόντορος.

English (Slater)

πεντηκόντερος
   1 with fifty oars πεντηκόντερον ναῦν (-όντορον v. l.) (P. 4.245)

Greek Monolingual

ἡ, Α
(ενν. ναῡς) βλ. πεντηκόντορος.

Greek Monotonic

πεντηκόντερος: ἡ, = πεντηκόντορος, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

πεντηκόντερος: ἡ ион. = πεντηκόντορος.