ἀπομίμημα

Revision as of 17:00, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (1)

English (LSJ)

ατος, τό,

   A imitation, copy, Hp.Vict.1.22, BatoSinop.4, D.S.16.26.

German (Pape)

[Seite 315] τό, das Nachgeahmte, Abbild, Ath. XIV, 640 a; D. Sic. 2, 8.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπομίμημα: -ατος, τό, πᾶν τὸ κατὰ μίμησιν ἄλλου γινόμενον, Βάτων παρ’ Ἀθην. 639 F, Διόδ. 16. 26.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
imitación τοῦ κατασκευάσματος ἀπομιμήματα de unos trípodes, D.S.16.26, τῆς ... γενομένης ἑορτῆς Bato Sinop.5.

Russian (Dvoretsky)

ἀπομίμημα: ατος (ῑ) τό точное изображение: τὰ χρώμασι ἀπομιμήματα Diod. цветные изображения.