Χαλδαϊκός

Revision as of 05:52, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (4b)

Greek (Liddell-Scott)

Χαλδαϊκός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς τοὺς Χαλδαίους, Ἀθήν. 529F, Ἰώσηπος, κλπ.· ― Χαλδαϊστί, Ἐπίρρ., κατὰ τὴν γλῶσσαν τῶν Χαλδαίων, διάφ. γραφ. ἐν Δανιὴλ Β΄, 26.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
de Chaldée ou des Chaldéens.
Étymologie: Χαλδαῖος.

Russian (Dvoretsky)

Χαλδαϊκός: халдейский Plut., Sext.