Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
f. de μνάομαι ou de μιμνῄσκομαι.
μνήσομαι: μέλ. του μιμνήσκομαι.
μνήσομαι:I fut. к μιμνῄσκομαι.II fut. к μνάομαι I.