круговорот
Russian > Greek
περιδρομή, περιστροφή, περιτροπή, ἀνακυκλισμός, ἀνακύκλωσις, συστρεμμάτιον, ἀνακύκλησις, ἐπανακύκλησις, συστροφή
περιδρομή, περιστροφή, περιτροπή, ἀνακυκλισμός, ἀνακύκλωσις, συστρεμμάτιον, ἀνακύκλησις, ἐπανακύκλησις, συστροφή