κλύδα
English (LSJ)
German (Pape)
[Seite 1456] wie von κλύς, κλυδός, p. acc. zu κλύδων, Nic. Al. 170.
Greek (Liddell-Scott)
κλύδα: κατὰ μεταπλ. αἰτ. τοῦ κλύδων, ὡς εἰ ἐξ ὀνομ. κλύς, Νικ. Ἀλεξιφ. 170.
[Seite 1456] wie von κλύς, κλυδός, p. acc. zu κλύδων, Nic. Al. 170.
κλύδα: κατὰ μεταπλ. αἰτ. τοῦ κλύδων, ὡς εἰ ἐξ ὀνομ. κλύς, Νικ. Ἀλεξιφ. 170.