ὁ, Ion. for αἱμοπότης, A.D.Adv.189.10.
αἱμηπότης: ὁ, Ἰων. ἀντὶ τοῦ αἱμοπότης, Ἀπολλ. ἐν Α. Β. 602.
v. αἱμοπότης.