πεντάβραχυς

Revision as of 11:55, 8 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

English (LSJ)

(sc. πούς), ὁ,

   A foot consisting of five short syllables, Choerob.in Heph.p.247C.

Greek (Liddell-Scott)

πεντάβρᾰχυς: (ἐξυπακ. πούς), ποὺς συνιστάμενος ἐκ πέντε βραχειῶν συλλαβῶν, Τζέτζ. ἐν Ἀνεκδ. Ὀξ. 3. 314.

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ
(μετρ.) πόδας ο οποίος σύγκειται από πέντε συνεχόμενες βραχείες συλλαβές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + βραχύς.