διεξιχνεύω
English (LSJ)
A search through, δικαιώματα PMasp.167.35 (vi A. D.).
Spanish (DGE)
seguir el rastro de, investigar τοὺς τόπους καὶ τοὺς οἰκοδεσπότας Vett.Val.119.11, cf. 142.24, 332.23
•rebuscar en ὁπόταν ... διεξιχνεύσω πάντα τὰ ἐμὰ δικαιώματα καὶ ἐξευρήσω τ[αύτην] (ἀσφάλειαν) PMasp.167.35 (VI d.C.).