προνήϊος, A v. πρόναος.
πρόνεως: προνήιος, ἴδε πρόναος.
ὁ, Α(αττ. τ.) βλ. πρόναος (II).
πρόνεως: Αττ. και προνήϊος, Ιων. αντί πρόναος.