A v. ἕννυμι.
ἕστο: ἴδε ἕννυμι.
3ᵉ sg. pqp. Moy. de ἕννυμι.
ἕστο: γʹ ενικ. υπερσ. του ἕννυμι.
ἕστο: эп. 3 л. sing. ppf. к ἕννυμι.