ὁ, an unknown A fish, Marcell.SId.33.
γαρίσκος: ὁ, ἄγνωστος ἰχθύς, Μάρκελλ. Σιδ. 33.
-ου, ὁ ict., n. de un pez no identificado, Marc.Sid.33, cf. quizá γάρος, -ου, ὁ 2.