τετταράκοντα

Revision as of 12:54, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

τέτταρες, etc., A v. τεσσαρ-.

German (Pape)

[Seite 1100] att. statt τεσσαράκοντα, vierzig, Thuc. u. sonst.

Greek (Liddell-Scott)

τεττᾰράκοντα: τάτταρες, κλπ., Ἀττ. ἀντὶ τεσσαρ-.

French (Bailly abrégé)

att. c. τεσσαράκοντα.

Greek Monolingual

Α
βλ. τεσσαράκοντα.

Greek Monotonic

τεττᾰράκοντα: τέτταρες, κ.λπ., Αττ. αντί τεσσάρ-.