τετρᾶς

Revision as of 12:55, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

ᾶντος, ὁ, A quadrant of a circle, Vitr.4.2.4, 4.3.4, 10.6.1. II a coin, Lat. quadrans, Hsch.; cf. ἑξᾶς; on the accent cf. Hdn.Gr.1.56.

German (Pape)

[Seite 1099] ᾶντος, ὁ, der vierte Theil. – Bes. eine Münze, vier χαλκοῖ an Werth, quadrans, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τετρᾶς: ᾶντος, ὁ, τὸ τέταρτον κύκλου, Βιτρούβ. 3. 3., 10. 11. ΙΙ. νόμισμα, Λατιν. quadrans, «τετρᾶντα· τετράγωνόν τι σχῆμα. δηλοῖ δὲ καὶ τοὺς τέσσαρας χαλκοῦς» Ἡσύχ., πρβλ. ἐξᾶς. - Ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, σελ. 46.