Γερήνιος
English (LSJ)
ὁ, Homeric epith. of Nestor, Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ,
A from Gerena or Gerenon, a city of Messenia; ξεῖνος ἐὼν . . παρ' ἱπποδάμοισι Γερήνοις Hes.Fr.15.3.
ὁ, Homeric epith. of Nestor, Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ,
A from Gerena or Gerenon, a city of Messenia; ξεῖνος ἐὼν . . παρ' ἱπποδάμοισι Γερήνοις Hes.Fr.15.3.