ὀκταστάδιος

Revision as of 12:25, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

[στᾰ], ον, A eight stadia long, Plb.34.12.4.

German (Pape)

[Seite 317] acht Stadien lang; τὸ ὀκτ., Pol. 34, 12, 4; Strab. 7, 7, 4.

Greek Monolingual

ὀκταστάδιος και ὀκτωστάδιος, -ον (Α)
1. αυτός που έχει μήκος ίσο με οκτώ στάδια
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ὀκταστάδιον
μήκος οκτώ σταδίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + στάδιον (πρβλ. εξα-στάδιος)].