ὡροσκοπεῖον

Revision as of 13:35, 14 February 2021 by Spiros (talk | contribs)

English (LSJ)

τό, A = ὡρολόγιον, Str.2.5.14, Gem.2.35, Boeth. ap. Eus.PE11.28; ὕδριον ὡροσκοπεῖον Hero Spir.1Praef.;also ὡροσκόπιον, D.L.2.1, 6.104; τὰ ὑδρεῖα τῶν ὡροσκοπίων water-clocks, Simp.in Ph. 1335.14. II ὡροσκόπιον, = ὡροσκόπος ΙΙ, S.E.M.5.68. 2 instrument for observing the ascendant (ὡροσκόπος), τῆς δι' ἀστρολάβων ὡροσκοπίων κατ' αὐτὴν τὴν ἔκτεξιν διοπτεύσεως Ptol.Tetr.108.

Greek (Liddell-Scott)

ὡροσκοπεῖον: τό, = ὡροσκόπιον, Διογέν. Λαέρτ. 2. 1., 6. 104. ΙΙ. =ὡροσκόπος ΙΙ, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 5. 68.

Russian (Dvoretsky)

ὡροσκοπεῖον: τό астрол. гороскоп Sext.