εξ αδιαιρέτου

Revision as of 17:48, 22 December 2021 by Spiros (talk | contribs)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

επιρρ. φρ.) εξ αδιαιρέτου, ἐξ ἀδιαιρέτου (ab indiviso), λέγεται για να δηλώσει τη συγκυριότητα πολλών δικαιούχων πάνω στο ίδιο αντικείμενο. Βλέπε αδιαίρετος.