παλματίας

Revision as of 14:37, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

ου, ὁ, (πάλλω) σεισμὸς π. an earthquake with violent shocks, Arist.Mu.396a10.

German (Pape)

[Seite 452] ὁ, sc. σεισμός, ein Erdbeben mit Schwingungen, Arist. mund. 4 p. 396; – οἶνος, auch παλματιανός, Palmwein, Alex. Trall.

Greek (Liddell-Scott)

παλμᾰτίας: -ου, ὁ, (πάλλω), σεισμὸς π., μετὰ ἰσχυρῶν δονήσεων, Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 31.

Greek Monolingual

παλματίας, ὁ (Α)
αυτός που χαρακτηρίζεται από παλμικές δονήσεις («παλματίας σεισμός», Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλμα, -ατος (βλ. λ. πάλμα [ΙΙ]) + κατάλ. -ίας (πρβλ. βρασματ-ίας, μυκητ-ίας)].

Russian (Dvoretsky)

παλμᾰτίᾱς: ου ὁ сопровождаемый сильными толчками (σεισμός Arst.).