ἀποκρουστέον
English (LSJ)
one must repel, Them.Or.22.278a.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκρουστέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἀποκρούσῃ, Θεμίστ. 278A.
Spanish (DGE)
hay que rechazar αὐτήν Them.Or.22.278a.
one must repel, Them.Or.22.278a.
ἀποκρουστέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἀποκρούσῃ, Θεμίστ. 278A.
hay que rechazar αὐτήν Them.Or.22.278a.