τὸ ἀκραιφνὲς καὶ καθαρόν, Hsch. ὑδρανός· ὁ ἁγνιστὴς τῶν Ἐλευσινίων, Id.
Α(κατά τον Ησύχ.) «τὸ ἀκραιφνὲς καὶ καθαρόν».[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με τον τ. ὑδράνα (βλ. λ. ὑδράνα)].