μειξοβάρβαρος
English (LSJ)
half-barbarian half-Greek, semibarbarian, half barbarian and half Greek; v. μιξοβάρβαρος.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α μειξοβάρβαρος, -ον)
βλ. μιξοβάρβαρος.
half-barbarian half-Greek, semibarbarian, half barbarian and half Greek; v. μιξοβάρβαρος.
-η, -ο (Α μειξοβάρβαρος, -ον)
βλ. μιξοβάρβαρος.