συνεπιμίγνυμι

Revision as of 20:15, 27 September 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")

Greek (Liddell-Scott)

συνεπιμίγνυμι: ἐπιμιγνύω προσέτι, Ideler Phys. 2. 389· οὐ μόλυβδον ἂν συμεπιμίξαις ἀργύρῳ Ἀρισταίν. 1. 10.

Greek Monolingual

ΜΑ [[ἐπιμ(ε)ίγνυμι]]
ανακατεύω μαζί.