ὁ, = Ἑωσφόρος (q.v.).
v. Ἑωσφόρος.
Ἀωσφόρος: ὁ, = Ἑωσφόρος.
Ἀωσφόρος v. Ἀοσφόρος.
Ἀωσφόρος: Δωρ. αντί Ἑωσφόρος.