γούνατα

Revision as of 19:30, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

English (LSJ)

γούνασι, Ep. γούνεσσι, etc., v. γόνυ.

Spanish (DGE)

-νασι, -νεσσι v. γόνυ.

French (Bailly abrégé)

pl. poét. de γόνυ.

Greek (Liddell-Scott)

γούνατα: γούνασι, Ἐπ. γούνεσσι, κτλ., ἴδε ἐν λ. γόνυ.

English (Autenrieth)

see γόνυ.

Greek Monotonic

γούνατα: γούνασι, Επικ. γούνεσσι· Επικ. τύποι πληθ. του γόνυ.

Russian (Dvoretsky)

γούνατα: ион. pl. к γόνυ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

γούνατα, nom. en acc. plur., poët. en Ion., zie γόνυ.