adv.
P. and V. πικρῶς, P. ὠμῶς, σκληρῶς, σχετλίως, Ar. and P. χαλεπῶς.
Mercilessly: V. νηλεῶς, ἀνοίκτως, ἀναλγήτως, P. ἀνηλεῶς.