Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
lon. for ὑποτέμνω.
ion. c. ὑποτέμνω.
ὑποτάμνω: Ἰων. ἀντὶ ὑποτέμνω, Ἡρόδ. κλπ.
Αιων. τ. βλ. ὑποτέμνω.
ὑποτάμνω: Ιων. αντί ὑποτέμνω.
ὑποτάμνω: ион. = ὑποτέμνω.