προμηθία

Revision as of 21:40, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")

English (LSJ)

προμηθίη, v. προμήθεια.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
c. προμήθεια.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προμηθία -ας, ἡ Ion. προμηθίη zie προμήθεια.

Russian (Dvoretsky)

προμηθία: ион. Aesch., Eur. προμηθίη ἡ = προμήθεια.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(ποιητ. τ.) βλ. προμήθεια.

Greek Monotonic

προμηθία: -ίη, βλ. προμήθεια.

Greek (Liddell-Scott)

προμηθία: -ίη, ἴδε προμήθεια.

English (Woodhouse)

foresight, forethought