subs.
Ar. φορμός, ὁ, ψίαθος, ἡ. v. trans. Mix up: P. and V. φύρειν. Be matted together: P. συμπιλεῖσθαι. Matted with: use P. and V. συμπεφυρμένος (dat.) (Plat.), πεφυρμένος (dat.) (Xen.), V. ἀναπεφυρμένος (dat.). Matted hair: V. αὐχμώδης κόμη, ἡ.