θεσμοπόλος
English (LSJ)
ον, (πολέω)
A = θεμιστοπόλος, AP5.292.3 (Paul. Sil.).
German (Pape)
[Seite 1203] = θεμιστοπόλος, Paul. Sil. (V, 293).
ον, (πολέω)
A = θεμιστοπόλος, AP5.292.3 (Paul. Sil.).
[Seite 1203] = θεμιστοπόλος, Paul. Sil. (V, 293).