Φθιάς

Revision as of 10:49, 9 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")

English (LSJ)

-άδος, ἡ, v. Φθία.

French (Bailly abrégé)

άδος
adj. f.
de Phthie.
Étymologie: Φθία.

Greek Monolingual

-άδος, ἡ, Α
ιδιότυπη μορφή θηλ. του επιθ. Φθῑος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Φθία + κατάλ. -άς, -άδος (πρβλ. Ἐρετρι-άς)].

Russian (Dvoretsky)

Φθῑάς: άδος (ᾰ) adj. f фтийская (γᾶ Eur.).
άδος ἡ уроженка Фтии Eur.